Το σχέδιο για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας


Του Κωνσταντίνου Σούζα 


Η σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας τοποθετείται χρονικά στον Απρίλιο του 2017, όταν 16 κράτη-μέλη συμφώνησαν να συνεργαστούν στενότερα για την καλύτερη καταπολέμηση της απάτης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χρησιμοποιώντας τη διαδικασία της «ενισχυμένης συνεργασίας». Με γνώμονα την προστασία του ενωσιακού προϋπολογισμού από την απάτη αποφάσισαν να συμμετάσχουν στη συνέχεια περισσότερες χώρες της Ένωσης, με τα συμμετέχοντα κράτη-μέλη να ανέρχονται σήμερα σε είκοσι δύο. H Ευρωπαϊκή Εισαγγελία σκοπό έχει άλλωστε να λειτουργεί ως ενιαία αρχή σε όλα τα συμμετέχοντα κράτη-μέλη και θα συνδυάζει ευρωπαϊκές και εθνικές προσπάθειες επιβολής του νόμου σε μία ενιαία, αδιάλειπτη και αποδοτική προσέγγιση, ενώ θα εδρεύει στο Λουξεμβούργο. Σήμερα, λοιπόν, που τα οικονομικά συμφέροντα της ένωσης δεν προστατεύονται επαρκώς και που η διασυνοριακή απάτη στον τομέα του ΦΠΑ μειώνει σημαντικά τους εθνικούς προϋπολογισμούς, η ύπαρξη της Εισαγγελίας αυτής κρίνεται πιο αναγκαία από ποτέ. 

Η ίδρυση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας δεν είναι σαν ιδέα καινούργια. Ήδη η Συνθήκη της Λισαβόνας, η οποία υπεγράφη τη 13η Δεκέμβρη 2007 και τέθηκε σε ισχύ την 1η Δεκέμβρη 2009 και το άρθρο 86 της ΣΛΕΕ, αποτέλεσαν, ουσιαστικά, τη νομική βάση για την ίδρυσή της. Στις  3 Απριλίου 2017, εξάλλου, δεκαέξι χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, γνωστοποιούν στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την πρόθεσή τους να ξεκινήσουν ενισχυμένη συνεργασία για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (EPPO). Η βάση της πρωτοβουλίας αυτής βασίστηκε στα άρθρα 328 και 329 της ΣΛΕΕ περί ενισχυμένης συνεργασίας. Λίγους μήνες αργότερα, στις 12 Οκτωβρίου, εκδίδεται ο κανονισμός για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία από τα 20 κράτη μέλη που συμμετέχουν στην ενισχυμένη συνεργασία για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Στις 20 Νοεμβρίου, ο κανονισμός για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία τίθεται σε ισχύ. Πρόκειται για τον κανονισμό 2017/1939. Στις 14 Οκτωβρίου του 2019, το Συμβούλιο διορίζει την Laura Codruţa Kövesi ως την πρώτη Ευρωπαία Γενική Εισαγγελέα, ενώ στις 27 Ιουλίου του 2020 διορίζονται οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς, με μη ανανεώσιμη εξαετή θητεία. Στο πλαίσιο των μεταβατικών κανόνων για την πρώτη θητεία, οι Ευρωπαίοι Εισαγγελείς από την Ελλάδα, την Ισπανία, την Ιταλία, την Κύπρο, τη Λιθουανία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία και την Πορτογαλία, κατόπιν κλήρωσης, θα έχουν τριετή μη ανανεώσιμη θητεία. 

Αρχικά και σύμφωνα πάντα με την πρόταση της επιτροπής η Ευρωπαϊκή Εισαγγελική Αρχή αποτελεί οργανισμό με νομική προσωπικότητα. Όσον αφορά τη δομή της, αυτή είναι οργανωμένη σε δύο επίπεδα, το στρατηγικό και το επιχειρησιακό. Στο στρατηγικό επίπεδο θα διαθέτει έναν Ευρωπαίο Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος θα είναι αρμόδιος για τη διαχείριση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και την οργάνωση των εργασιών της και ένα συλλογικό όργανο εισαγγελέων, το οποίο θα είναι αρμόδιο να λαμβάνει αποφάσεις για στρατηγικά θέματα. Στο επιχειρησιακό επίπεδο θα διαθέτει Ευρωπαίους Εντεταλμένους Εισαγγελείς, οι οποίοι θα είναι αρμόδιοι για τη διενέργεια ποινικών ερευνών και την άσκηση διώξεων, καθώς και μόνιμα τμήματα, τα οποία θα παρακολουθούν και θα καθοδηγούν τις έρευνες και θα λαμβάνουν επιχειρησιακές αποφάσεις. Τέλος σύμφωνα, μάλιστα, και με το άρθρο 8 του Κανονισμού 2017/1939, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποτελεί αδιαίρετο οργανισμό της Ένωσης που λειτουργεί ως ενιαία Εισαγγελία με αποκεντρωμένη δομή και οργανώνεται σε κεντρικό και σε αποκεντρωμένο επίπεδο. 

Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία μπορεί να ασκεί την αρμοδιότητά της όταν οι αξιόποινες πράξεις είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και η αξιόποινη πράξη που θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης είναι η κυρίαρχη πράξη, σε ότι αφορά τη βαρύτητα της σχετικής αξιόποινης πράξης όπως αποτυπώνεται στις μέγιστες κυρώσεις που μπορούν να επιβληθούν (καθ΄ ύλην αρμοδιότητα), ενώ θα είναι αρμόδια για την έρευνα, τη δίωξη και την παραπομπή ενώπιον της δικαιοσύνης των δραστών αξιόποινων πράξεων καθώς και των συνεργών σε αξιόποινες πράξεις οι οποίες θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης που προβλέπονται στην Οδηγία (ΕΕ) 2017/1371 και καθορίζονται από τον κανονισμό. Για τον σκοπό αυτό η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διενεργεί έρευνες και εκτελεί πράξεις δίωξης και ασκεί εισαγγελικά καθήκοντα στα αρμόδια δικαστήρια των κρατών μελών έως την οριστική περάτωση της υπόθεσης, συγκεντρώνοντας την εμπειρογνωμοσύνη και την πείρα στα πλαίσια της λειτουργίας της ως μια ενιαία υπηρεσία για όλα τα κράτη-μέλη. Είναι σε θέση να λειτουργεί άμεσα και χωρίς χρονοτριβές σε διασυνοριακές υποθέσεις, να ακολουθεί μια ενιαία πολιτική αναφορικά με την άσκηση των διώξεων, ενώ στο επίκεντρο της εντολής της και του ερευνητικού της ενδιαφέροντος είναι η απάτη και άλλα εγκλήματα που επηρεάζουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ε.Ε. (τα λεγόμενα αδικήματα «RIF», όπως ορίζονται στην Οδηγία (ΕΕ) 2017/1371), όπως απάτες σχετικά με τις δαπάνες και τα έσοδα σε βάρος του προϋπολογισμού της Ε.Ε. και υποθέσεις απάτης που αφορούν κονδύλια της Ε.Ε. άνω των 10.000€ ή υποθέσεις διασυνοριακής απάτης στον τομέα του ΦΠΑ, στο μέτρο δηλαδή που συνδέεται με την επικράτεια δύο ή περισσότερων κρατών μελών και ανέρχεται τουλάχιστον σε 10.000.000,00€.

 

Το ερώτημα είναι: θα αποδώσει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία τα μέγιστα ή θα αποδειχθεί απλώς ένα υπεραισιόδοξο σενάριο; Κατά πολλούς, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποτελεί τομή για την Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς είναι η πρώτη φορά από τη σύσταση των ευρωπαϊκών κοινοτήτων που αποφασίζεται εκχώρηση κυριαρχικού δικαιώματος το οποίο δεν αφορά την οικονομική πολιτική αλλά την απονομή της δικαιοσύνης. Οι υπέρμαχοι του θεσμού υποστηρίζουν ότι τα ποσοστά ανάκτησης των ποσών που έχουν χαθεί λόγω απάτης είναι ιδιαίτερα χαμηλά, λόγω του μικρού αριθμού διώξεων για εγκλήματα σε βάρος της κοινότητας, εξ αιτίας της αδιαφορίας ή των περιορισμένων δυνατοτήτων των εθνικών κρατών και η απώλεια εσόδων για τους εθνικούς προϋπολογισμούς εκτιμάται σε δισεκατομμύρια ευρώ. Ωστόσο, οι αντιδράσεις στον ελληνικό εισαγγελικό κλάδο αναφορικά με την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελικής Αρχής δεν είναι λίγες. Πολλοί είναι αυτοί που αντιμετωπίζουν το νέο θεσμό με επιφυλακτικότητα και διστακτικότητα, καθώς όπως λένε έτσι θα αποδυναμωθεί και θα περιοριστεί δραστικά το πεδίο αρμοδιοτήτων των εθνικών εισαγγελέων, κυρίως του οικονομικού και του εισαγγελέα διαφθοράς.

 

Πηγές


Εικόνα:

http://euromil.org/wp-content/uploads/2019/11/1911_EPSU.jpg


Άρθρο:

https://www.consilium.europa.eu/el/

https://eur-lex.europa.eu/legal-content/el/

V. Tzortzi, The European Public Prosecutor's Office (EPPO) as the keystone of the EU criminal justice system, 2018

Εισήγηση Ηλ. Κωνσταντακόπουλου, Εισαγγελέα Πρωτοδικών – Σύμβουλου Δικαιοσύνης στη Μ.Ε.Α. στην Ε.Ε., για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ε.Ε. 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ταϊβάν: Η Ουκρανία της Ασίας

Η Κίνα του 21ου αιώνα και ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού

Διακόσια χρόνια μετά